Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2015

Γέφυρα Τσακώνας: Το κατασκευαστικό επίτευγμα της ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ που κοσμεί τον «Μορέα»

Εντός Ιανουαρίου αναμένεται να εγκαινιαστεί η γέφυρα Τσακώνας, η οποία αποτελεί το κατασκευαστικό επίτευγμα της ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ, που κοσμεί τον αυτοκινητόδρομο «Μορέα».
Η γέφυρα, συνολικού μήκους 390m και μεγίστου ελευθέρου ανοίγματος 300m, είναι η 2η μεγαλύτερη στην Ελλάδα από πλευράς ανοίγματος (μετά τη γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου) και συγκαταλέγεται μεταξύ των μεγαλυτέρων τοξωτών γεφυρών παγκοσμίως.

Ο ρόλος της είναι να γεφυρώσει μια τεράστια κατολισθαίνουσα επιφάνεια, η οποία ενεργοποιήθηκε το Φεβρουάριο του 2003, προκαλώντας την καταστροφή του δρόμου, αφού σημειώθηκε μια πρωτοφανής μετακίνηση εδαφικών μαζών, η οποία υπολογίσθηκε στα 6.000.000m3.
Η γέφυρα αποδεσμεύει τον αυτοκινητόδρομο από μελλοντικές κινήσεις αυτής της κατολισθαίνουσας περιοχής, οι οποίες, κατά τους γεωλόγους, δεν μπορούν να αποκλεισθούν.  
Λόγω της σημασίας και του μεγέθους του έργου, η γέφυρα εξοπλίζεται με συστήματα παρακολούθησης και καταγραφής των ταλαντώσεων των αναρτήρων, των εντατικών και θερμοκρασιακών παραμορφώσεων των τόξων και των αναρτήρων, καθώς και των εδαφικών μετακινήσεων, ενώ διαθέτει σύστημα καταγραφής σεισμικών επιταχύνσεων και πλήρη σταθμό μέτρησης της ταχύτητας και της διεύθυνσης του ανέμου.
Επιπλέον, όλη η γέφυρα προστατεύεται αντικεραυνικά με δικό της σύστημα προστασίας, ηλεκτροφωτίζεται για τις συνήθεις λειτουργικές ανάγκες, διαθέτει φωτισμό ασφαλείας στο εσωτερικό των τόξων για τις ανάγκες της επισκεψιμότητας, ενώ υπάρχει και πρόβλεψη για εορταστικό φωτισμό.
Η μελέτη του έργου έγινε από ελληνικά γραφεία μελετών, ενώ η κατασκευή του από την ελληνική εταιρεία ΤΕΡΝΑ Α.Ε., μέλος του Oμίλου ΓΕΚ - ΤΕΡΝΑ.
Για την παραγωγή του έργου απασχολήθηκαν συνολικά πάνω από 600 άνθρωποι (μελετητές, σύμβουλοι, επιβλέποντες μηχανικοί, ελεγκτές και επιθεωρητές τρίτων φορέων, μηχανικοί κατασκευής, υπεργολάβοι, εργοδηγοί, χειριστές, τεχνίτες, εργάτες), οι οποίοι στη μεγάλη τους πλειοψηφία ήταν Έλληνες.
Η γέφυρα είναι ένας χαλύβδινος τοξωτός φορέας με αναρτημένο το κατάστρωμά του, συνδυαζόμενο με ένα φορέα από προεντεταμένο σκυρόδεμα προς την πλευρά της Τρίπολης.  
Το κατάστρωμα της γέφυρας έχει πλάτος 20,40m στο προεντεταμένο τμήμα της και 22,80m στο τοξωτό. Το κατάστρωμα περιλαμβάνει 4 λωρίδες κυκλοφορίας (2 ανά κατεύθυνση) πλάτους 3,50m, μια κεντρική νησίδα πλάτους 2,00m με αμφίπλευρο στηθαίο ασφαλείας, τύπου New Jersey, δύο πλευρικά ερείσματα 2Χ0,50m και δύο πεζοδρόμια πλάτους 2Χ1,70m.
Ο τοξωτός φορέας, ο οποίος αποτελεί σημαντική πρωτοτυπία για την Ελλάδα, μορφώνεται με δύο παραβολικά τόξα συνδεόμενα μεταξύ τους με αντιανέμιο σύνδεσμο.
Τα τόξα είναι κιβωτιοειδούς διατομής σταθερού ύψους 2,80m και πλάτους 1,60m, προσβάσιμα εσωτερικά καθ’ όλο το μήκος τους. Η διατομή τους συντίθεται από χαλυβδόφυλλα πάχους 70 έως 120mm (πέλματα) και 20 έως 40mm (κορμοί) υψηλής ποιότητας S355 με ειδικές μεταλλουργικές προδιαγραφές.
Οι αντιανέμιοι σύνδεσμοι των τόξων είναι χαλυβδοσωλήνες διαμέτρου Φ610 ή Φ813, πάχους 10 ή 12,5mm. Οι αναρτήρες, 20 ανά τόξο και διαμέτρου 100, 90 και 80mm, διατάσσονται ανά 12,00m.
Μορφώνονται με γαλβανισμένα πλεκτά συρματόσχοινα κλειστού τύπου (full locked coils) ειδικής διατομής Ζ ώστε να είναι υδατοστεγανά, με την αντοχή τους να ανέρχεται σε 1.000, 810 και 640 τόνους.
Το κατάστρωμα του τοξωτού φορέα μορφώνεται σύμμικτο, με 2 κύριες διαμήκεις χαλυβδοδοκούς, εγκάρσιες διαδοκίδες ανά 3,00m και πλάκα κυκλοφορίας από οπλισμένο σκυρόδεμα.
Είναι πλήρως αναρτημένο (αιωρούμενο) από τα τόξα, ενώ η αρχή και το τέλος του εδράζονται στην υποδομή με ελαστομεταλλικά εφέδρανα και υδραυλικούς αποσβεστήρες.  
Ο φορέας της γέφυρας προς την πλευρά της Τρίπολης, ανοίγματος 90m, μορφώνεται με δύο προεντεταμένες κιβωτιοειδείς δοκούς και αμφιπροέχουσα πλάκα κυκλοφορίας συμβατικού τύπου, με 3 μόνο διαδοκίδες σε νευραλγικά σημεία του.
Η θεμελίωση του κεντρικού μεσοβάθρου της γέφυρας, που φέρει το μεγαλύτερο μέρος των φορτίων της, είναι εντυπωσιακή καθώς πραγματοποιείται με 4 φρέατα διαμέτρου 6,00m και βάθους 15,00m και έναν γιγαντιαίο κεφαλόδεσμο διαστάσεων 31,00Χ23,00m και πάχους 5,00m, πάνω σε ένα ημιβραχώδες νεύρο της περιοχής, το οποίο με βεβαιότητα βρίσκεται έξω από την επιφάνεια ολίσθησης της κατολίσθησης.
Η κατασκευή των τόξων της γέφυρας υπήρξε ένα πολύ δύσκολο τεχνολογικό επίτευγμα, λόγω του μεγάλου πάχους και βάρους των χαλυβδοφύλλων.
Τα τόξα αποφασίσθηκε να κατασκευασθούν – για διευκόλυνση της μεταφοράς – στο εργοστάσιο σε δωδεκάμετρους σπονδύλους, ενώ αναπτύχθηκαν ειδικές μεθοδολογίες συγκολλήσεων και ελέγχου των συγκολλήσεων, προσαρμοσμένες στη συγκεκριμένη κατασκευή και στα δεδομένα πάχη των χαλυβδοφύλλων.
Μετά την κατασκευή τους στο εργοστάσιο, οι δωδεκάμετροι σπόνδυλοι μεταφέρθηκαν στο εργοτάξιο, όπου τοποθετήθηκαν σε ειδικά διαμορφωμένα δάπεδα εργασίας και στηρίγματα και συγκολλήθηκαν ανά τρεις σχηματίζοντας 36-μετρα στοιχεία.
Η ανύψωση και εγκατάσταση των τόξων στην τελική τους θέση ήταν μια πολύ δύσκολη και ιδιαίτερα εντυπωσιακή διαδικασία. Τα 36-μετρα στοιχεία ανυψώθηκαν με γρύλους και συρματόσχοινα (με τη μέθοδο heavy lifting) και εδράσθηκαν προσωρινά πάνω σε7 ζεύγη χαλύβδινων πύργων ύψους μέχρι και 60m.

Αφού εδράσθηκαν και προσαρμόσθηκαν στην ακριβή τους θέση, μετακινούμενα με γρύλους, συγκολλήθηκαν μεταξύ τους ώστε να διαμορφώσουν το ενιαίο τόξο.
Για τις κρίσιμες αυτές θέσεις αναπτύχθηκαν ειδικές διαδικασίες συγκολλήσεων και ελέγχων, διότι αυτές οι συγκολλήσεις σε μεγάλο ύψος και σε ελεύθερο περιβάλλον, είναι ιδιαίτερα δυσχερείς.
Ιδιαίτερα πρέπει να επισημανθεί η μεγάλη δυσκολία και ο υψηλός βαθμός επικινδυνότητας κατασκευής όλων των προσωρινών βοηθητικών κατασκευών με δεδομένο ότι όλες οι εργασίες αυτές έγιναν πάνω σε κατολισθαίνον έδαφος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Συνολικές προβολές σελίδας