Πέμπτη 10 Ιανουαρίου 2013

Αλλαζουν τα Διπλώματα οδήγησης



Αλλαζουν τα διπλώματα οδήγησης από τις 14 Ιανουαρίου 2013 με προεδρικό διάταγμα οπού εναρμονίζεται η ελληνική νομοθεσία με την ευρωπαϊκή.

Τι προβλέπουν οι αλλαγες στα διπλώματα οδήγησης το 2013:
Οι εξετάσεις για τα διπλώματα οδήγησης γινονται αυστηρότερες αφού γινονται περισσότερα τα υποχρεωτικά μαθήματα και εισάγονται νεες προυποθέσεις για τις κατηγορίες διπλωμάτων.
Τα υποχρεωτικά μαθηματα γίνονται 25 από 20 που ηταν μεχρι τωρα όπως και τα μαθήματα της θεωρίας ,αλλα αλλαγη θα υπάρξει και στο κόστος των διπλαμάτων.Σημαντικές αλλαγες ομως επερχονται και στις ανανεωσεις για τα ερασιτεχνικά διπλώματα οπου θα πρέπει να ανανεώνονται ανά 15ετία και όχι στα 65 χρόνια όπως ισχύει τώρα.
Αλλαγες επερχονται και στα επαγγελματικά διπλώματα οδήγησης το 2013 οπου εισάγονται νεες κατηγορίες διπλωμάτων για φορτηγά και λεωφορεία αφου θεσμοθετείται κατηγορία Γ1 φορτηγό έως 7,5 τόνων και λεωφορείο έως 16 θέσεων δηλαδή Δ1.
Κατηγορίες αδειών οδήγησης μοτοποδηλάτων,μοτοσικλετών, μηχανοκίνητων τρικύκλων, τετρακύκλων και αυτοκινήτων
1. Οι άδειες οδήγησης διακρίνονται στις παρακάτω κατηγορίες και παρέχουν, στους κατόχους τους, το δικαίωμα να οδηγούν μηχανοκίνητα οχήματα των αντί−
στοιχων κατηγοριών:
α. Κατηγορία ΑΜ:
Μοτοποδήλατα και ελαφρά τετράκυκλα
β. Κατηγορία Α1:
− Μοτοσικλέτες μέγιστου κυβισμού 125 cm3, μέγιστης ισχύος 11 kW και λόγο ισχύος προς βάρος μικρότερο από 0,1 kW/kg, και
− Μηχανοκίνητα τρίκυκλα, των οποίων η ισχύς δεν υπερβαίνει τα 15 kW
γ. Κατηγορία Α2:
Μοτοσικλέτες μέγιστης ισχύος 35 kW και με μέγιστο λόγο ισχύος προς βάρος μικρότερο από 0,2 kW/kg, που δεν προέρχονται από διασκευή άλλης μοτοσικλέτας,
ισχύος μεγαλύτερης του διπλάσιου της ισχύος της διασκευασθείσας μοτοσικλέτας.
δ. Κατηγορία Α:
− Μοτοσικλέτες, και
− μηχανοκίνητα τρίκυκλα η ισχύς των οποίων υπερβαίνει τα 15 kW
ε. Κατηγορία Β1:
Τετράκυκλα
Η κατηγορία αυτή χορηγείται μόνο σε ήδη κατόχους άδειας οδήγησης της εν λόγω κατηγορίας, η οποία έχει εκδοθεί από αρχές της αλλοδαπής, κατά την ανταλλαγή
ή μετατροπή της σε ελληνική.
στ. Κατηγορία Β:
Αυτοκίνητα με μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα μέχρι 3.500 kg και σχεδιασμένα και κατασκευασμένα για τη μεταφορά οκτώ (8), το πολύ επιβατών, εκτός από τον
οδηγό.
Τα αυτοκίνητα της κατηγορίας αυτής επιτρέπεται να συνδυάζονται με ρυμουλκούμενο, του οποίου η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα δεν υπερβαίνει τα 750 kg, υπό τον
όρο ότι η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα του συνδυασμού αυτού δεν υπερβαίνει τα 4.250 kg. Η οδήγηση του συνδυασμού, στην περίπτωση που αυτός υπερβαίνει τα
3.500 kg, επιτρέπεται να γίνει με άδεια οδήγησης της κατηγορίας Β, μόνο εφόσον έχει χορηγηθεί έπειτα από επιτυχή δοκιμασία ελέγχου των ικανοτήτων και της
συμπεριφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του Παραρτήματος V και φέρουν τον κοινοτικό κωδικό αριθμό 96.
ζ. Κατηγορία ΒΕ:
Σύνολα συζευγμένων οχημάτων, που αποτελούνται από έλκον όχημα της κατηγορίας Β και από ρυμουλκούμενο ή ημιρυμουλκούμενο, όταν η μέγιστη επιτρεπόμενη
μάζα του ρυμουλκουμένου ή του ημιρυμουλκουμένου δεν υπερβαίνει τα 3.500 kg.
η. Κατηγορία C1:
Αυτοκίνητα (πλην εκείνων των κατηγοριών D1 και D) η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα των οποίων υπερβαίνει τα 3.500 kg και είναι μικρότερη ή ίση των 7.500 kg, τα οποία
σχεδιάζονται και κατασκευάζονται για τη μεταφορά οκτώ το πολύ επιβατών, εκτός του οδηγού.
Τα αυτοκίνητα της κατηγορίας αυτής επιτρέπεται να συνδυάζονται με ρυμουλκούμενο, του οποίου η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα δεν υπερβαίνει τα 750 kg.
θ. Κατηγορία C1Ε:
− σύνολα οχημάτων που αποτελούνται από έλκον όχημα της κατηγορίας C1 και από ρυμουλκούμενο ή ημιρυμουλκούμενο, με μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα άνω
των 750 kg, εφόσον η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα του συνόλου δεν υπερβαίνει τα 12.000 kg, και
− σύνολα οχημάτων που αποτελούνται από έλκον όχημα της κατηγορίας Β και από ρυμουλκούμενο ή ημιρυμουλκούμενο όχημα με μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα άνω
των 3.500 kg, εφόσον η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα του συνόλου δεν υπερβαίνει τα 12.000 kg
ι. Κατηγορία C:
Αυτοκίνητα (πλην εκείνων των κατηγοριών D1 και D) η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα των οποίων υπερβαίνει τα 3.500 kg και τα οποία σχεδιάζονται και κατασκευ−
άζονται για τη μεταφορά οκτώ (8) το πολύ επιβατών, εκτός του οδηγού.
Τα αυτοκίνητα της κατηγορίας αυτής επιτρέπεται να συνδυάζονται με ρυμουλκούμενο, του οποίου η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα δεν υπερβαίνει τα 750 kg.
ια. Κατηγορία CΕ:
Σύνολα συζευγμένων οχημάτων που αποτελούνται από έλκον όχημα, το οποίο υπάγεται στην κατηγορία C και από ρυμουλκούμενο ή ημιρυμουλκούμενο, του οποίου η
μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα υπερβαίνει τα 750 kg.
ιβ. Κατηγορία D1:
Αυτοκίνητα που σχεδιάζονται και κατασκευάζονται για τη μεταφορά μέχρι 16 επιβατών, εκτός του οδηγού,μέγιστου μήκους 8 m.
Τα αυτοκίνητα της κατηγορίας αυτής επιτρέπεται να συνδυάζονται με ρυμουλκούμενο, του οποίου η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα δεν υπερβαίνει τα 750 kg.
ιγ. Κατηγορία D1Ε:
Σύνολα οχημάτων που αποτελούνται από έλκον όχημα της κατηγορίας D1 και ρυμουλκούμενο, με μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα άνω των 750 kg.
ιδ. Κατηγορία D:
Αυτοκίνητα που σχεδιάζονται και κατασκευάζονται για τη μεταφορά άνω των οκτώ (8) επιβατών, εκτός του οδηγού.
Τα αυτοκίνητα της κατηγορίας αυτής επιτρέπεται να συνδυάζονται με ρυμουλκούμενο, του οποίου η μέγιστη επιτρεπόμενη μάζα δεν υπερβαίνει τα 750 kg.
ιε. Κατηγορία DΕ:
Σύνολα συζευγμένων οχημάτων που αποτελούνται από έλκον όχημα, το οποίο υπάγεται στην κατηγορία D και από ρυμουλκούμενο, του οποίου η μέγιστη επι−
τρεπόμενη μάζα υπερβαίνει τα 750 kg.
2. Ισχύουσες άδειες οδήγησης, οι οποίες έχουν εκδοθεί από κράτος − μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από τα κράτη Νορβηγία, Ισλανδία, Λιχτενστάιν, αναγνωρίζο−
νται στην Ελλάδα και επιτρέπουν στους κατόχους τους να οδηγούν οχήματα των αντίστοιχων κατηγοριών ή υποκατηγοριών, με την επιφύλαξη των διατάξεων της
παραγράφου 3 του άρθρου 5 και της περίπτωσης (γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 6.
Άρθρο 4
(άρθρο 6 της Οδηγίας 2006/126/ΕΚ)
Κλιμάκωση και ισοδυναμία μεταξύ κατηγοριών αδειών οδήγησης
1. Το δικαίωμα απόκτησης κατηγορίας άδειας οδήγησης κλιμακώνεται ως εξής:
α. Οι κατηγορίες C1, C, D1 και D χορηγούνται μόνο σε οδηγούς, οι οποίοι είναι ήδη κάτοχοι της κατηγορίας
Β.
β. Οι κατηγορίες ΒΕ, C1E, CE, D1E και DE χορηγούνται μόνο σε οδηγούς, οι οποίοι είναι ήδη κάτοχοι των κατηγορίας Β, C1, C, D1 και D αντίστοιχα.
2. Η ισοδυναμία μεταξύ των κατηγοριών των αδειών οδήγησης καθορίζεται ως εξής:
α. Οι κατηγορίες C1E, CE, D1E και DE ισχύουν και για οδήγηση οχημάτων της κατηγορίας ΒΕ.
β. Η κατηγορία CE ισχύει και για την οδήγηση οχημάτων της κατηγορίας DE, εφόσον ο οδηγός είναι ήδη κάτοχος της κατηγορίας D.
γ. Οι κατηγορίες CE και DE ισχύουν και για την οδήγηση οχημάτων των κατηγοριών C1E και D1E, αντίστοιχα.
δ. Οι κατηγορίες Β, C και D ισχύουν και για οδήγηση οχημάτων των κατηγοριών Β1, C1 και D1, αντίστοιχα
ε. Η κατηγορία Α, ισχύει και για την οδήγηση οχημάτων των κατηγοριών Α1, Α2 και ΑΜ.
στ. Η κατηγορία Α2, ισχύει και για την οδήγηση οχημάτων της κατηγορίας Α1 και ΑΜ.
ζ. Άδεια οδήγησης A1 ισχύει και για την οδήγηση οχημάτων της κατηγορίας ΑΜ.
3. Άδεια οδήγησης κατηγορίας Β που παρείχε το δικαίωμα οδήγησης τετράκυκλων (πλην των ελαφρών τετράκυκλων) εξακολουθεί να παρέχει το δικαίωμα
αυτό.
4. Τρίκυκλα που οδηγούνταν με άδεια οδήγησης κατηγορίας Β (λόγω μη χορήγησης της Β1) μετά την 19−1−2013 οδηγούνται με άδεια οδήγησης κατηγορίας
Α (Α1 για ισχύ μικρότερη ή ίση των 15 kW ή Α για ισχύ μεγαλύτερη των 15 kW).
Ισχύς αδειών οδήγησης
1. Οι άδειες οδήγησης για τις κατηγορίες ΑΜ, Α1, Α2, Α, Β1, Β, και ΒΕ έχουν διοικητική ισχύ δέκα πέντε (15) έτη, από την ημέρα της επιτυχούς εξέτασης προσόντων
και συμπεριφοράς για τη χορήγηση της συγκεκριμένης κατηγορίας ή από την ημέρα της ανανέωσής της, κατά περίπτωση, και όχι πέραν της συμπλήρωσης της ηλικίας
των 65 ετών του κατόχου της άδειας.
Οι άδειες οδήγησης για τις κατηγορίες
C1, C1E, C,CE, D1, D1E, D και DE έχουν διοικητική ισχύ πέντε (5) έτη, από την ημέρα της επιτυχούς εξέτασης προσόντων
και συμπεριφοράς για τη χορήγηση της συγκεκριμένης κατηγορίας ή από την ημέρα της ανανέωσής της, κατά περίπτωση, και όχι πέραν της συμπλήρωσης της ηλικίας
των 65 ετών του κατόχου της άδειας.
Από τη συμπλήρωση της ηλικίας των 65 ετών και μετά,για όλες τις κατηγορίες αδειών οδήγησης, η διοικητική ισχύς τους δεν επιτρέπεται να υπερβεί τα τρία (3) έτη,
από την ημέρα της επιτυχούς εξέτασης προσόντων και συμπεριφοράς για τη χορήγηση οποιασδήποτε κατηγορίας ή από την ημέρα της ανανέωσης της κατηγορίας,
κατά περίπτωση.
Σε περίπτωση απώλειας ή αδυναμίας ανάγνωσης ή οποιασδήποτε άλλης βλάβης του μικροεπεξεργαστή του εντύπου της άδειας οδήγησης, ως χρόνος ισχύος
λογίζεται αυτός, που έχει εκτυπωθεί στο έντυπο της άδειας.

Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, μπορεί να ορίζεται μικρότερος χρόνος ισχύος, για λόγους υγείας του κατόχου της άδειας οδήγησης.
2. Η άδεια οδήγησης ή οι επιμέρους κατηγορίες της παύουν αυτοδικαίως να ισχύουν εφόσον:
α. λήξει η χρονική ισχύς τους ή
β. παύει καθ’ οιονδήποτε τρόπο να πληρούται κάποια από τις προϋποθέσεις χορήγησής τους ή γ. το έντυπο της άδειας οδήγησης έχει φθαρεί ή έχει
αλλοιωθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε να είναι δυσχερής ο έλεγχος των στοιχείων της.
3. Σε περίπτωση που η χρονική ισχύς μίας ή περισσοτέρων κατηγοριών άδειας οδήγησης, η οποία εκδόθηκε
από κράτος−μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τα κράτη Νορβηγία, Ισλανδία, Λιχτενστάιν είναι μεγαλύτερη αυτής
που καθορίζεται στην παράγραφο 1 και ο κάτοχος της άδειας αποκτήσει την κανονική του διαμονή στην Ελλάδα, τότε, η ισχύς της συγκεκριμένης ή των συγκεκριμέ−
νων κατηγοριών, λήγει με την πάροδο διετίας από τηνημέρα που ο κάτοχος της άδειας οδήγησης αποκτήσει
  την κανονική του διαμονή στην Ελλάδα.
Χορήγηση άδειας οδήγησης
1. Για τη χορήγηση οποιασδήποτε κατηγορίας άδειας οδήγησης απαιτείται όπως ο ενδιαφερόμενος:
α) Έχει την κανονική του διαμονή στην Ελλάδα ή την ιδιότητα του σπουδαστή ή του μαθητή επί έξι (6) τουλάχιστον μήνες στην Ελλάδα συνεχώς ή αθροιστικά,
κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο, πριν από την ημέρα κατάθεσης της αίτησης και των δικαιολογητικών χορήγησης.
β) Έχει την κατοικία του στην περιοχή της οικείας Υπηρεσίας Μεταφορών και Επικοινωνιών στην οποία κατατίθεται η αίτηση.

γ) Έχει συμπληρώσει την ηλικία :
αα) Των 16 ετών για την κατηγορία ΑΜ.
ββ) Των 18 ετών για την κατηγορία Α1.
γγ) Των 20 ετών για την κατηγορία Α2.
δδ) Των 24 ετών για μοτοσικλέτες της κατηγορίας Α.
Σε περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος είναι ήδη κάτοχος άδειας οδήγησης της κατηγορίας Α2 επί διετία, η απαιτούμενη ηλικία μειώνεται στα 22 έτη.
εε) Των 22 ετών για μηχανοκίνητα τρίκυκλα ισχύος
άνω των 15
kW της κατηγορίας Α.
ζζ) Των 18 ετών για τις κατηγορίες Β1, Β, ΒΕ,
C1 και C1E.
Η κατηγορία Β1 χορηγείται μόνο σε ήδη κατόχους άδειας οδήγησης της εν λόγω κατηγορίας, η οποία έχει εκδοθεί από αρχές της αλλοδαπής, κατά την ανταλλαγή
ή μετατροπή της σε ελληνική.
ηη) Των 21 ετών για τις κατηγορίες
C, CE, D1 και D1E.
θθ) Των 24 ετών για τις κατηγορίες
D και DE.
Οι παραπάνω απαιτούμενες ηλικίες για τις κατηγορίες
C1,C1E, C, CE μειώνονται στα 18 έτη και για τις κατηγορίες D1, D1E, D και DE στα 21 έτη με την επιφύλαξη των
διατάξεων περί χορήγησης Πιστοποιητικού Επαγγελματικής Ικανότητας (ΠΕΙ) σε οδηγούς των κατηγοριών αυτών. Αν ο υποψήφιος για χορήγηση της κατηγορίας
ΑΜ δεν έχει συμπληρώσει την ηλικία των 18 ετών, απαιτείται επιπλέον η έγγραφη συναίνεση του προσώπου που ασκεί την επιμέλειά του, η οποία παρέχεται πάνω
στην αίτηση.
δ) Πληροί τις ελάχιστες απαιτούμενες προδιαγραφές σωματικής και διανοητικής ικανότητας του Παραρτήματος
III.
ε) Έχει πραγματοποιήσει τον εκάστοτε προβλεπόμενο ελάχιστο αριθμό μαθημάτων θεωρητικής εκπαίδευσης και εκπαίδευσης προσόντων και συμπεριφοράς, σύμφω−
να με τις προδιαγραφές του Παραρτήματος ΙΙ.
στ) Έχει πετύχει σε θεωρητική εξέταση και σε εξέταση προσόντων και συμπεριφοράς, στα θέματα των παραρτημάτων
II ή V ή και VI, όπου και εάν κατά περίπτωση
απαιτείται.
ζ) Δεν είναι κάτοχος άδειας οδήγησης ελληνικής ή κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Νορβηγίας, της Ισλανδίας ή του Λιχτενστάιν.
η) Καταβάλλει τα εκάστοτε προβλεπόμενα ποσά, τα πάγια τέλη χαρτοσήμου και τις εισφορές υπέρ τρίτων για κάθε κατηγορία άδειας οδήγησης. Τα πάγια τέλη
χαρτοσήμου και οι εισφορές υπέρ τρίτων είναι αυτά που ισχύουν κατά το χρόνο παραλαβής της άδειας οδήγησης και καταβάλλονται τουλάχιστον πριν την αποστολή
της προς εκτύπωση.
Τα πάγια τέλη χαρτοσήμου και οι εισφορές υπέρ τρίτων καταβάλλονται μόνο για τις κατηγορίες αδειών οδήγησης, οι οποίες χορηγούνται κατόπιν εξετάσεων
και όχι για αυτές που χορηγούνται λόγω κάλυψής τους από άλλη μεγαλύτερη κατηγορία, σύμφωνα με το άρθρο 4.
2. Όπου στο παρόν αναφέρεται ως προϋπόθεση η ηλικία, για τον υπολογισμό αυτής, λαμβάνεται υπόψη η ημερομηνία και το έτος γέννησης του ενδιαφερομένου.
Αν δεν προκύπτει η ημέρα ή ο μήνας, τότε, λαμβάνεται ως ημέρα γέννησης η τελευταία του μήνα γέννησης και ως μήνας γέννησης, ο τελευταίος του έτους γέν−
νησης.
3. Υποψήφιος οδηγός ή οδηγός, ο οποίος εντός τριετίας από την υποβολή της αίτησης και των δικαιολογητικών για χορήγηση άδειας οδήγησης, δεν έχει
ολοκληρώσει με επιτυχία το σύνολο των απαιτούμενων εξετάσεων, υποχρεούται να επανέλθει με νέα αίτηση και δικαιολογητικά και να υποβληθεί εκ νέου σε εκπαίδευση
και εξετάσεις.
4. Σε περίπτωση απώλειας του εντύπου της άδειας οδήγησης με οποιονδήποτε τρόπο ή φθοράς ή αλλοίωσης του εντύπου της άδειας σε τέτοιο βαθμό, ώστε να
είναι δυσχερής ο έλεγχος των στοιχείων της, χορηγείται αντίγραφο αυτής, το οποίο έχει ισχύ πρωτοτύπου.
Για την έκδοση του αντιγράφου απαιτείται η καταβολή των εκάστοτε προβλεπόμενων ποσών.
Η παραπάνω διάταξη έχει εφαρμογή και στους κατόχους άδειας οδήγησης από κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από τη Νορβηγία ή την Ισλανδία ή το
Λιχτενστάιν, εφόσον ο κάτοχος της άδειας αποκτήσει την κανονική του διαμονή στην Ελλάδα. Η έκδοση αντιγράφου στην περίπτωση αυτή, πραγματοποιείται αφού
προσκομιστεί επίσημο έγγραφο του κράτους έκδοσης της άδειας οδήγησης, με το οποίο βεβαιώνεται η έκδοσή της, τα αναγκαία στοιχεία της (κατηγορίες, χρόνος
έκδοσης, διοικητική ισχύς κ.λπ.) και ότι η άδεια αυτή δεν κρατείται από οποιαδήποτε αρχή του κράτους έκδοσης για οποιονδήποτε λόγο.

Τρίτη 8 Ιανουαρίου 2013

Ώρες οδήγησης και ανάπαυσης οδηγών εγκύκλιος

Με εγκύκλιο της Γενικής Διεύθυνσης Μεταφορών δίνονται διευκρινίσεις για τις Ώρες οδήγησης και ανάπαυσης των οδηγών.
Συγκεκριμένα η εγκύκλιος αναφέρει:
Κοινωνικές διατάξεις μεταφορών - Ταχογράφος - Ώρες οδήγησης και ανάπαυσης οδηγών - Δεύτερη εγκύκλιος εφαρμογής Κανονισμού (ΕΟΚ) 3821/85, Κανονισμού (ΕΚ) 561/2006 και Οδηγίας 2006/22/ΕΚ
Κατόπιν προφορικών και έγγραφων ερωτημάτων που απευθύνονται στις αρμόδιες υπηρεσίες ,διευκρινίζονται τα ακόλουθα για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή των κανονισμών (ΕΟΚ) 3821/85 και (ΕΚ) 561/2006.

Ώρες οδήγησης και ανάπαυσης οδηγών
2. Υπολογισμός ημερήσιου χρόνου οδήγησης. Ως ημερήσιος χρόνος οδήγησης ορίζεται στο άρθρο 4 στοιχ. ια' του κανονισμού 561/2006 το σύνολο της διάρκειας οδήγησης που σωρεύεται μεταξύ του τέλους μιας περιόδου ημερήσιας ανάπαυσης και της αρχής της επόμενης περιόδου ημερήσιας ανάπαυσης ή μεταξύ μιας περιόδου ημερήσιας ανάπαυσης και μιας περιόδου εβδομαδιαίας ανάπαυσης.
3. Κατά τον έλεγχο, τα όργανα ξεκινούν με το να εντοπίσουν τις περιόδους ανάπαυσης που πληρούν τις προϋποθέσεις του Κανονισμού 561/2006 ώστε να θεωρηθούν περίοδοι ημερήσιας ανάπαυσης (11, 3+9 ή 9 ώρες) και εβδομαδιαίας ανάπαυσης (24 ή 45 ώρες). Όταν ο οδηγός ξεκινάει την εργασία του ύστερα από μια κανονική ή μειωμένη περίοδο ημερήσιας ανάπαυσης ή ύστερα από μια κανονική ή μειωμένη περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσης, τότε θεωρείται ότι αρχίζει ένα νέο 24ωρο για τον σκοπό του υπολογισμού του ημερήσιου χρόνου οδήγησης. Σύμφωνα με το άρθρο 8, ο οδηγός μέσα σε 24 ώρες από το τέλος της ημερήσιας ή εβδομαδιαίας ανάπαυσής του πρέπει να έχει ολοκληρώσει νέα ημερήσια ανάπαυση.
Παράδειγμα: Οδηγός τουριστικού λεωφορείου το οδηγεί από τις 7:00 έως τις 11:00 (4 ώρες).
Στις 11:00 σταματά την οδήγηση και αναπαύεται έως τις 19:00 το απόγευμα (8 ώρες), οπότε παραλαμβάνει ξανά το όχημα και το οδηγεί έως τις 23:00 (4 ώρες). Από τις 23:00 έως τις 07:00 το άλλο πρωί βρίσκεται σε ανάπαυση (8 ώρες), και το πρωί στις 07:00 ξεκινά το ίδιο πρόγραμμα. Στην περίπτωση αυτή υπάρχει (πέραν τυχόν παραβάσεων της εργατικής νομοθεσίας) και παράβαση διότι ο οδηγός δεν ολοκλήρωσε κανονική ή μειωμένη ημερήσια ανάπαυση εντός του εικοσιτετραώρου που ξεκίνησε στις 07:00 της πρώτης μέρας.
4. Εάν ο οδηγός δεν έλαβε ούτε κανονική ούτε μειωμένη περίοδο ανάπαυσης (ημερήσιας ή εβδομαδιαίας), τότε ο υπολογισμός του ημερήσιου χρόνου οδήγησης λήγει κατά την έναρξη μιας περιόδου ανάπαυσης τουλάχιστον επτά ωρών. Ο υπολογισμός του επόμενου ημερήσιου χρόνου οδήγησης αρχίζει στο τέλος της περιόδου ανάπαυσης τουλάχιστον επτά ωρών [Εκτελεστική
Απόφαση Ε. Επιτροπής αρ.
C (2011) 3759 της 7-6-2011, αναρτημένη στην ιστοσελίδα μας]. Σε κάθε περίπτωση, η μη λήψη των προβλεπόμενων περιόδων ανάπαυσης αποτελεί παράβαση.
5. Σχέση εργασίας οδηγού. Σύμφωνα με διευκρινίσεις που δόθηκαν από το Υπουργείο Απασχόλησης, στο πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού 561/2006 εμπίπτουν όλα τα άτομα που απασχολούνται με την οδήγηση του οχήματος στο πλαίσιο των καθηκόντων τους, ανεξαρτήτως της σχέσης εργασίας που τους συνδέει με την επιχείρηση που κατέχει το όχημα, όπως σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, σύμβαση παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών ή σύμβαση μισθώσεως έργου
(εργολαβία).
6. Μισθωμένα οχήματα. Σε περίπτωση πραγματοποίησης οδικών μεταφορών για λογαριασμό τρίτου με μισθωμένα οχήματα ή για ίδιο λογαριασμό με μισθωμένα φορτηγά οχήματα, ως επιχείρηση μεταφορών για την εφαρμογή των κανονισμών 3821/1985 και 561/2006 νοείται η μισθώτρια και όχι η ιδιοκτήτρια του οχήματος. Οι παραβάσεις της κυα Φ450/51477/5520/2011 βεβαιώνονται στο όνομα της μισθώτριας.
7. Διαβούλευση για εξαιρέσεις. Το άρθρο 13 του κανονισμού 561/2006 δίνει τη δυνατότητα στα κράτη - μέλη να εξαιρέσουν τις μεταφορές που αναφέρονται σε αυτό το άρθρο από την εφαρμογή των άρθρων 5 έως 9 του κανονισμού. Προκειμένου οι υπηρεσίες μας να επεξεργαστούν σχέδιο απόφασης που θα εξαιρεί ορισμένες από τις κατηγορίες μεταφορών του άρθρου 13 από την εφαρμογή του κανονισμού, παρακαλούμε τα όργανα ελέγχου και τις κεντρικές τους υπηρεσίες, τις
υπηρεσίες μεταφορών των περιφερειών καθώς και κάθε ενδιαφερόμενο μεταφορέα ή ένωση μεταφορέων, να μας υποβάλλουν εγγράφως έως τις 28 Φεβρουαρίου 2013 τις προτάσεις και τις απόψεις τους για το ποιες κατηγορίες μεταφορών από τις αναφερόμενες στο άρθρο 13 πρέπει να εξαιρεθούν. Οι προτάσεις για να τύχουν επεξεργασίας πρέπει να πληρούν τις εξής προϋποθέσεις:
α) να περιλαμβάνονται σε κατηγορία μεταφορών που προβλέπεται ρητά στο άρθρο 13,
β) να ζητούν την εξαίρεση μιας κατηγορίας μεταφορών κατά γενικό τρόπο και όχι την ατομική εξαίρεση των μεταφορών ορισμένης/-ων επιχειρήσεων,
γ) να είναι ειδικά αιτιολογημένες, με αναφορά ιδίως στα ακόλουθα κριτήρια:
αα) την υπέρμετρη δυσχέρεια που συναντούν τα όργανα ελέγχου στον έλεγχο τήρησης των κοινωνικών διατάξεων μεταφορών, λόγω των ασυνήθιστων ειδικών χαρακτηριστικών της μεταφοράς ή ββ) την υπέρμετρη επιβάρυνση που συνεπάγεται για τις επιχειρήσεις η τήρηση των υποχρεώσεών τους από τον κανονισμό, λόγω της ειδικής χρήσης του οχήματος (για παράδειγμα, τήρηση δεδομένων οδήγησης των εκπαιδευομένων επαγγελματιών οδηγών από τις σχολές οδηγών, άρθρο 13.1.ζ)


Συνολικές προβολές σελίδας